Όταν το συναυλιακό στερητικό σύνδρομο του παρόντος γίνεται αφόρητο, ένα καταφύγιο γίνονται οι αναμνήσεις... Του Δημήτρη Τσιρώνη
Μου φαίνεται αδιανόητο, σχεδόν ανόητο τολμώ να σκεφτώ, ότι η τελευταία συναυλία που είδα για το 2020 μέχρι τώρα ήταν στο Μέγαρο Θεσσαλονίκης, καθιστός, σε πάνω διάζωμα, τεντωμένος για να δω τη «φάση», με φιστίκια και πασατέμπο αντί για τσιγάρο και μπύρα. Και τι έγινε αν ήταν οι Tindersticks κάπου ‘κει κάτω; Θα μπορούσε να ‘ναι ένα ακόμα επεισόδιο ‘Black Mirror’.
Λίγο μετά, έχοντας απολέσει τις «ευκαιρίες του μήνα» των «ζωντανών» Editors και Telescopes δεν αναρωτιόμουν καθόλου τι θα μου λείπει στην καινούργια αυτή εποχή. Οι συναυλίες. Η ευκαιρία να ντυθώ και να βγω με σκοπό να δω και ν’ ακούσω ολοζώντανα μπροστά μου καλλιτέχνες από κάθε μεριά του στρόγγυλου αυτού κόσμου. Γιατί σε λίγο θα αναρωτιέμαι αν η θεωρία για το επίπεδο ταψί έχει κάποια βάση μεγαλύτερη από τα ταψιά με τα γαρίφαλα στα μπουζουξίδικα.
Έτσι γυρίζω πίσω τη μνήμη μου και ξεφυλλίζω τις λιγότερο επικές συναυλιακές στιγμές μου. Θυμάμαι για παράδειγμα μια μέρα μετά την εθνική επέτειο του Όχι το έτος 2008, Τσιμισκή και Κομνηνών στον πρώτο όροφο μια kraut προς post electronic rock έκρηξη. Το απίθανο ήταν ότι μια εβδομάδα πριν είχε προηγηθεί η αντίστοιχη ονείρωξη των Animal Collective με τον Axolotl παρέα. Φθινόπωρο λοιπόν στην Συμπρωτεύουσα. Σε μέρος που δεν έχεις ξαναπάει για λάιβ, με δωμάτια, παράταιρο κοινό και τους Trans Am να πετάν με τις πρώτες νότες τα τζάμια μέσα έξω και τα μάτια καρφωμένα πάνω τους. Δεν κράτησε πολύ περισσότερο από μια ώρα. Ήταν αρκετό αυτό για να ξεχάσεις την μπύρα που έσταζε από το χέρι και να νιώσεις το ίδιο σκίρτημα όπως τότε με το διπλό ‘Red Line’ άλμπουμ τους. Τα ποιητικά χαρακτηριστικά λένε ότι 13 χρόνια σαν συγκρότημα είχαν μέχρι τότε κι άλλα 9 θα ακολουθούσαν. Δεν αλλάξανε ποτέ εταιρεία (Thrill Jockey), βάλανε και λίγα ρομποτικά φωνητικά και συμμετείχαν ηγετικά στο ElectroClash κίνημα των αρχών του νέου αιώνα.
Επιστρέφω σε αυτό το καλοκαίρι που όλο και κάτι διαφαινόταν να κινείται, ακόμα κι αν δεν υπήρχε το τεράστιο όνομα. Πάλι θα έκανα το ταξίδι μου προς την πρωτεύουσα όπως πέρυσι να δω τους Slayer, τι πιο όμορφο από το να θυμηθείς πως ξεκίνησες ν’ ακούς μουσική και ν’ αφήνεις μακριά μαλλιά; Έκπληξη! Τα ήξερα όλα τα τραγούδια τους! Μετά θα ανέβαινα βόρεια και θα ‘φτανα στην παραθαλάσσια πόλη που στο ΤΕΙ της φιλοξένησε τους Zounds. Έκπληξη! Τα ήξερα όλα τα τραγούδια τους! Αυτές τις απλές εκπλήξεις, που γεμίζουν χαρά τις μέρες, με προσδοκία, πλάνα, χάρτες στο μυαλό κι αισθήσεις. Μικρά αναρριγήματα, χωρίς καμία έκπληξη, αφού ναι… τα ήξερες όλα; Μπα…
Πλήθος απόψεων γι’ αυτή τη νέα εποχή πλημμύρησε τα δίκτυα. Δάκρυα για τους καλλιτέχνες που τόσο απέξω έμειναν, με εξαίρεση ίσως θα τολμούσε να σηκώσει το χέρι κάποιος και να αναφέρει τον Bob Dylan και τον Yungblud που το άθροισμα των χρόνων τους ξεπερνάει τα 100. Τεράστιες ποσότητες ηλεκτρονικών συλλογών από άσημους κι ενδιαφέροντες μουσικούς κι άμουσους, τόσο για τις ημέρες της απομόνωσης, όσο και για τις ημέρες των εξεγέρσεων. Παράλληλη σιωπή των δεινοσαύρων.
Συνθήματα για βοήθεια των επαγγελματιών της τέχνης, μπανεράκια και μέρες που το bandcamp «δωρίζει» την προμήθειά του. Τεράστιες καθυστερήσεις για τους μικρούς πωλητές του discogs λόγω εθνικών καθυστερήσεων κι απαγορεύσεων κι ευκαιρία για τους κολοσσούς να ορθώσουν την πέτρινη στύση τους μέσα από σακούλες courier. Προφύλαξη! Για τη γενιά που θυμήθηκε το Τσερνομπίλ πέρυσι το καλοκαίρι στο λάπτοπ, ξέχασε τη Φουκουσίμα μέσα σε μια μόλις δεκαετία και θυμάται ότι ο συρτός θέλει μαντήλι καλαματιανό.
Κάθομαι κι εγώ με σεμνότητα και ταπεινότητα, χωρίς να πιάνω κανενός το χέρι αν δεν φορά από νωρίς το πρωί το ίδιο πλαστικό γάντι μιας χρήσης, με αρμονικότητα στις κινήσεις μου και χωρίς φιγούρες κι αυτοσχεδιασμούς να φανταστώ την μετά ιού μουσική εποχή. Αν είναι να παρακολουθώ στο κινητό μου συναυλίες προτιμώ να ξεσκονίσω το βίντεο με κείνες τις τεράστιες VHS κασέτες και να τρέξω στο πατάρι για εφόδια. Τόσες αλλαγές στα αντικείμενα που περιέχουν τη μουσική αυτά τα χρόνια που οι επόμενοι θα περπατάνε στο σπίτι-μουσείο μου.
Εντάξει, δεν τα μέτρησα τα βήματα. Αλλά ανάλογα με την εποχή υπάρχουν μικρές παραλλαγές. Άφησα για λίγο τα βινύλια στην άκρη για cd. Γέμισα σκληρούς δίσκους με low bitrate mp3s μέσω Napster. Αντάλλαξα με torrent τεράστια αρχεία flac. Έκανα λογαριασμό στο Spotify, πέταξα το ipod μου, ξέχασα το password στο Drive… Έλεος! Τα βήματα φαίνονται πολλά, αλλά στην πραγματικότητα εγώ μόνο μουσική ήθελα ν’ ακούσω. Κι εκείνο το μηχανηματάκι που τόσο συχνά εμφανίζεται σε σειρές του Netflix, λέγεται walkman, γιατί παίζει την κασέτα που διάλεξα από το σπίτι για να την ακούσω στο δρόμο περπατώντας μόνος μου!
Μπορείτε κι εσείς βρε… Ακόμα κι αν δεν είστε σίγουροι για τα βήματα, μη διστάσετε να μπείτε στο χορό με το δικό σας ρυθμό. Αναπολήστε τις συναυλιακές στιγμές που είχαν για εσάς ιδιαίτερο ενδιαφέρον και δεν έγιναν αφιέρωμα σε κάποιο σάιτ. Είναι μοναχική η φάση αυτή και ο σκοπός είναι να περάσετε καλά ακόμα και μοναχοί σας. Μέχρι την επόμενη φορά που κάποιος θα σας σημαδεύσει με ένα ψηφιακό θερμόμετρο στο μέτωπο. Σαν εκείνα τα κόκκινα φωτάκια που χρησιμοποιούν για να τρελαίνουν τα σκυλάκια από μακριά, κι αυτά πηδούν χαριτωμένα, μια εδώ και μια εκεί…
Μη μου τους δίσκους τάρρατε